Τα ξενύχτια και η έλλειψη ρουτίνας στα ωράρια του ύπνου ευθύνονται για
την άμβλυνση της αντίληψης των παιδιών, σύμφωνα με βρετανική μελέτη. Τα
ευρήματα αυτά προέκυψαν ύστερα από συστηματική παρακολούθηση
περισσότερων από 11.000 παιδιών. Εκείνα που δεν διατηρούσαν ένα
συγκεκριμένο πρόγραμμα στο ωράριο του ύπνου τους ή κοιμούνταν μετά τις
εννέα το βράδυ είχαν μικρότερη απόδοση τόσο στο διάβασμα όσο και στα
Μαθηματικά. Η έλλειψη ύπνου μπορεί να διαταράξει τους ρυθμούς του
ανθρώπινου σώματος και να επηρεάσει αρνητικά τον τρόπο με τον οποίο ο
εγκέφαλος επεξεργάζεται νέες πληροφορίες, ισχυρίζονται οι επιστήμονες.
Τα στοιχεία που συνέλεξαν προέρχονται από παιδιά ηλικίας τριών, πέντε
και επτά ετών, με στόχο να κατανοήσουν εάν τα ωράρια του ύπνου που
ακολουθούσαν σχετίζονταν με τη μαθησιακή τους ικανότητα. Η ηλικία των
επτά ετών φαίνεται να αποτελεί το σημείο που τα περισσότερα παιδιά
αποκτούν μια ρουτίνα και κοιμούνται στις επτά και μισή ή οκτώ και μισή
το βράδυ. Η επίδραση του ωραρίου του ύπνου ήταν πιο εμφανής στα
κορίτσια. Γενικά, τα παιδιά που δεν κοιμούνταν σωστά είχαν την τάση να
εμφανίζουν χαμηλότερη απόδοση από τους συμμαθητές τους στην κατανόηση
κειμένου, τα Μαθηματικά και την αντίληψη του χώρου. Σύμφωνα με τους
ερευνητές, η ασυνέπεια στα ωράρια του ύπνου σε μεγάλο βαθμό υποδηλώνει
ασταθείς οικογενειακές συνθήκες παρά διαταραχές ύπνου. Σε μεγάλο βαθμό,
τα παιδιά που προέρχονταν από κατώτερη κοινωνική θέση είχαν λιγότερες
πιθανότητες να διατηρούν σταθερά ωράρια ύπνου και οι γονείς δεν τα
διάβαζαν πριν κοιμηθούν. Επίσης, συχνό φαινόμενο ήταν η εκτεταμένη
παρακολούθηση τηλεόρασης. «Προσπαθήσαμε να λάβουμε τα πάντα υπόψη μας»,
δήλωσε η επικεφαλής της έρευνας Αμάντα Σάκερ, καθηγήτρια στο University
College London. Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό
περιοδικό Journal of Epidemiology and Community Health. «Το κεντρικό
μήνυμα είναι ότι η ρουτίνα είναι πολύ σημαντική για τα παιδιά», είπε η
κ. Σάκερ.
Πάντως, η ώρα που κοιμούνται δεν φέρεται να είναι ο μόνος παράγοντας που
επηρεάζει την ευφυΐα των παιδιών, αφού πιθανόν αυτή καθορίζεται και από
κοινωνικούς και βιολογικούς παράγοντες.
Πολύ σωστό και πραγματηκά ισχύει και το έχω δει κι εγώ αυτό.
ΑπάντησηΔιαγραφή